(Πρόχειρες) Σημειώσεις
Δεκέμβριος 1996

 

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΤΟΥ INTERNET
ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΙΣΤΟΥ


Μωυσή Α. Μπουντουρίδη

mboudour@duth.gr
http://www.duth.gr/~mboudour/


  1. ΤΟ INTERNET

1.1 Δίκτυα Υπολογιστών

Τα δίκτυα των υπολογιστών αποτελούν το μέσο επικοινωνίας για τη μεταφορά πληροφοριών σε ηλεκτρονική μορφή μεταξύ διαφορετικών συστημάτων. Δια μέσου συρμάτων, οπτικών ινών ή και δορυφορικών διασυνδέσεων κυκλοφορούν στα δίκτυα οι ατέλειωτες αλυσίδες από μονάδες και μηδενικά των ψηφιοποιημένων δεδομένων. Η εμβέλεια ενός δικτύου ποικίλλει σε μέγεθος, από τα τοπικά δίκτυα (Lan, Local Area Networks) και τα δίκυα πόλεων (MAN, Metropolitan Area Networks) ως και δύκτια μεγάλης κλίμακας (WAN, Wide Area Networks). Υπάρχει όμως ένα “δίκτυο των δικτύων,” το δίκτυο του Internet (από το International Network), ένα παγκόσμιο δίκτυο που συνενώνει ένα μεγάλο αριθμό δικτύων μικρότερης κλίμακας διασκορπισμένων σε κάθε σχεδόν γωνιά της υφηλίου.

Το Internet αποτελεί σήμερα ένα από τα πλέον διαδεδομένα μέσα επικοινωνίας. Καθώς χρησιμοποποιείται για την ανταλλαγή μηνυμάτων, φέρνει κοντά ανθρώπους που βρίσκονται σε μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους. Επιπλέον, οι σχεδόν απεριόριστες δυνατότητές του για την παράθεση, ανάκτηση και επεξεργασία των πληροφοριών καθιστούν το Internet μια τεράστια βιβλιοθήκη πληροφοριών μαζικής πρόσβασης. Κι όλα αυτά μπορούν να γίνουν ταχύτατα και μέσα στο ευέλικτο πλαίσιο των εργαλείων της πληροφορικής, με τα οποία όλο και περισσότερο δομείται παγκοσμίως η οργάνωση της εργασίας και οι διάφορες οικονομικές και διοικητικές λειτουργίες των σύγχρονων πολιτειών.

1.2 Ιστορία του Internet

Η ιστορία του Internet (για αναλυτικότερες πληροφορίες δείτε τα βιβλία των Ed Krol, The Whole Internet: User’s Guide & Catalogue, O’Reilly & Associates, Sebastopol, CA, 1992, και Tracy LaQuey, The Internet Companion: A Beginner’s Guide to Global Networking, Addison- Wesley Publishing Co., Reading, MA, 1993) αρχίζει στο μέσο της δεκαετίας του 1960, μια εποχή κατά την οποία ο ψυχρός πόλεμος βρισκόταν στις δόξες του. Τότε το Υπουργείο Αμύνης των ΗΠΑ προσπαθούσε να δώσει μια λύση στο πρόβλημα της κατασκευής ενός συστήματος στρατιωτικών επικοινωνιών που θα συνέχιζε να λειτουργεί και κάτω από συνθήκες πολέμου, όταν η επίθεση του αντιπάλου θα αχρήστευε το μεγαλύτερο μέρος των τηλεπικοινωνιακών γραμμών. Ουσιαστικά τη λύση στο πρόβλημα αυτό την έδωσε ο Paul Baran, ερευνητής της εταιρίας Rand, σχεδιάζοντας ένα μάλλον αλλόκοτο δίκτυο επικοινωνίας υπολογιστών. Το δίκτυο αυτό δεν έχει ούτε κεντρικό άξονα, ούτε κεντρικούς διακόπτες, ούτε κεντρική διεύθυνση και στηρίζεται στην υπόθεση ότι οι συνδέσεις του δικτύου μεταξύ των πόλεων είναι εντελώς αναξιόπιστες. Οι ιδέες του Baran οδήγησαν το 1969 στην δημιουργία του πειραματικού δικτύου ARPANET, από τα αρχικά της υπηρεσίας ARPA, Advanced Research Projects Agency (που αργότερα ονομάσθηκε DARPA, Defence Advanced Projects Agency), του Υπουργείου Αμύνης των ΗΠΑ. Η βασική ιδέα του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το ARPANET είναι η εξής: κάθε μήνυμα κόβεται σε μικρές λουρίδες και στοιβάζεται σε ηλεκτρονικούς φακέλους, τα πακέτα, που περιέχουν τις διευθύνσεις του αποστολέα και του παραλήπτη. Στη συνέχεια τα πακέτα ρίχνονται στο σύμπλεγμα των διασυνεομένων υπολογιστών, όπου κυκλοφορούν μπρος-πίσω σε γραμμές υψηλών ταχυτήτων προς την κατεύθυνση του τελικού προορισμού, για να συγκεντρωθούν όλα μαζί, όταν τελικώς φθάσουν εκεί. Αν κάποια πακέτα χαθούν ή καταστραφούν (και υποτίθεται ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί), δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα , γιατί μπορούν αμέσως να ξανασταλθούν.

Σε λίγο καιρό μετά την έναρξη λειτουργίας, και άλλα πειραματικά δίκτυα συνδέθηκαν με το ARPANET χρησιμοποιώντας την τεχνολογία των δικτυώσεων της DARPA, στην οποία ο τρόπος μεταγωγής πακέτων (packet-switching) μπορούσε να επεκταθεί και μέσω ροδιοφώνου και δορυφόρου. Μετά όμως από τη διόγκωση του αρχικού προγράμματος, το ARPANET χωρίζεται στις αρχές του 1980 σε δύο τμήματα, που πάντως δεν είναι αποκομμένα αλλά συνεχίζουν τις μεταξύ τους συνδέσεις. Το ένα τμήμα είναι αποκλειστικά αφιερωμένο σε στρατιωτικές χρήσεις και ονομάζεται Milnet. Το άλλο τμήμα, που περιλαμβάνει όλες τις λοιπές χρήσεις, αρχικά ονομάζεται DARPA Internet, για να επικρατήσει με την πάροδο του χρόνου η σύντομη ονομασία “το δίκτυο του Internet.”

Στα πρώτα στάδια του ARPANET συνδέονται μεταξύ τους ερευνητές από το στρατό, τα πανεπιστήμια ή την βιομηχανία που διεξάγουν στρατιωτικές έρευνες. Οι ερευνητές αυτοί, ενώ βρίσκονται σε απομακρυσμένα κέντρα υπολογιστών, μπορούν μέσα από το δίκτυο να μοιράζονται μεταξύ τους προγράμματα, βάσεις δεδομένων, αλλά ακόμη και σκληρούς δίσκους υπολογιστών. Από το τέλος όμως της δεκαετίας το 1970, οι χρήσεις του δικτύου ανοίγουν σε μη στρατιωτικές εφαρμογές που γίνονται σε πανεπιστήμια και αργότερα σε επιχειρήσεις. Από την άλλη μεριά, η ανάπτυξη του λειτουργικού συστήματος UNIX διευκολύνει την επέκταση των διασυνδέσεων μέσω του UUCP (UNIX-to-UNIX Copy Program.) Επιπλέον, δημιουργούνται και άλλα ακαδημαικά δίκτυα, όπως το BITNET (από τα αρχικά της έκφρασης “Because It's Time Network”) και το CSNET (Computer Science Network), δίκτυα τα οποία με την πάροδο του χρόνου αφομοιώνονται μέσα στο Internet.

Μια απο τις σημαντικότερες εξελίξεις στην ιστορία του Internet οφείλεται στην πρωτοβουλία του NSF (National Science Foundation), κυβερνητικής υπηρεσίας των ΗΠΑ, να δημιουργηθούν στο μέσο της δεκαετίας του 1980 πέντε μεγάλα κέντρα υπολογιστών (supercomputer centers). Ουσιαστικά, ως τότε η πρόσβαση στους μεγαλύτερους υπολογιστές του κόσμου περιορίζετο στο στρατό και σε λίγους ακόμη συνεργαζόμενους ερευνητές. Το άνοιγμα των χρήσεων των υπερυπολογιστών στην ευρύτερη ακαδημαική κοινότητα έγινες από το NSF μόνο σε πέντε κέντρα, γιατί τα σχετικά έξοδα ήταν τεράστια. Επομένως, για την ικανοποίηση της ανάγκης κατανομής των πόρων στα πέντε κέντρα, το NSF έφτιαξε το 1986 το δίκτυο NSFNET, που επέτρεπε τη σύνδεση των πέντε κέντρων μεταξύ τους αλλά και τη σύνδεση με αυτά ερευνητών από διάφορα ιδρύματα των ΗΠΑ. Βαθμιαία, έτσι, το NSFNET άρχισε να αντικαθιστά το ARPANET στις επιστημονικές διασυνδέσεις μέχρι το Μάρτιο του 1990, οπότε το ARPANET διαλύθηκε επισήμως.

Από το μέσο λοιπόν της δεκαετίας του 80 το NSFNET αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του Internet. Από τότε κι ύστερα, οι ρυθμοί αύξησης του Internet πολλαπλασιάζονται εκθετικά. Η είσοδος του NSF ακολουθείται απο τη συμμετοχή στο Internet μεγάλων κυβερνητικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, όπως το Υπουργείο Ενεργείας (U.S. Department of Energy) και η NASA (National Aeronautics and Space Administration). Επίσης, τότε στα μέσα της δεκαετίας του 80 εισέρχονται στο Internet τα πρώτα μεγάλα διεθνή τοπικά δίκτυα εκτός των ΗΠΑ.

Η σύνδεση στο Internet δύο διαφορετικών μηχανών-υπολογιστών γίνεται με τη χρήση κάποιου κοινού προτύπου επικοινωνίας, που ονομάζεται “πρωτόκολλο επικοινωνίας” (δείτε Krol και LaQuey). Απο το 1983 το Internet χρησιμοποιεί το πρωτόκολλο TCP/IP (Transmission Control Protocol/Internet Protocol) που αναπτύχθηκε στην δεκαετία του 70 από την DARPA. Απο τις αρχές όμως του 1980 ο Διεθνής Οργανισμός Προτύπων ISO 70 (International Standards Organization) αναπτύσει τα πρωτόκολλα Ανοικτής Διασύνδεσης Συστημάτων OSI (Open Systems Interconnection), που είναι μάλλον περιορισμένης χρήσης προς το παρόν.

Η διοικητική δομή του Internet είναι πλήρως αποκεντρωμένη και χωρίς καμιά ιεραρχία (LaQuey). Οι τελικές αποφάσεις σε τεχνικά θέματα λαμβάνονται από την λεγόμενη Εταιρία του Internet, ISOC (Internet Society), που είναι ένας μη κερδοφόρος οργανισμός με σκοπό την ανταλαγή πληροφοριών μέσω του Internet σε παγκόσμια κλίμακα. H ISOC διοικείται αοό ένα συμβούλιο με την ονομασία Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής του Internet, IAB (Internet Achitecture Board), που κατευθύνει δύο κυρίως τομείς δραστηριοτήτων, τον τεχνολογικό τομέα IETF (Internet Engineering Task Force) και τον τομέα έρευνας και ανάπτυξης IRTF (Internet Research Task Force).

1.3 Οι Διευθύνσεις του Internet

Για να πραγματοποιηθεί η ροή των πληροφοριών μέσα στο παγκόσμιο δίκτυο του Internet πρέπει κάθε κόμβος του δικτύου αυτού (που είναι κάποιος υπολογιστής) να φέρει μια μοναδική διεύθυνση. Τυπικά, οι διευθύνσεις του Internet είναι αριθμητικές και κάθε μια από αυτές αποτελείται από τέσσερις αριθμούς, που χωρίζονται μεταξύ τους με τελείες, και κάθε ένας από αυτούς παίρνει μια τιμή μεταξύ 0 και 255. Επειδή για πρακτικούς λόγους οι αριθμητικές διευθύνσεις δεν είναι ιδιαίτερα εύχρηστες, οι διευθύνσεις του Internet δίνονται και με αλφαβητική μορφή. Στη μορφή αυτή, μια διεύθυνση αποτελείται από (το πολύ) τέσσερις λέξεις ή συμπλέγματα λατινικών γραμμάτων, που χωρίζονται μεταξύ τους με τελείες. Το τελευταίο στη σειρά τέτοιο σύμπλεγμα χαρακτηρίζει αυτό που ονομάζεται “περιοχή ανωτέρου επιπέδου,” στην οποία υπάγεται ο συκεκριμένος κόμβος του Internet. Συνήθως η περιοχή ανωτέρου επιπέδου αντιστοιχεί στην χώρα (πχ, είναι .gr για την Ελλάδα, .de για την Γερμανία, .fr για την Γαλλία, κοκ), εκτός αν πρόκειται για κόμβους στις ΗΠΑ, οπότε χαρακτηρίζει τον τύπο του οργανισμού, στον οποίο ανήκει ο κόμβος (πχ, .edu για εκπαιδευτικά ιδρύματα, .gov για κυβερνητικές υπηρεσίες, .mil για στρατιωτικές υπηρεσίες, .net για δίκτυα, .org για μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, .com για εταιρείες). Το προτελευταίο στη σειρά σύμπλεγμα γραμμάτων (ή λέξη) αντιστοιχεί στην “υπο-περιοχή,” στην οποία υπάγεται ο κόμβος. Και το πρώτο στη σειρά σύμπλεγμα γραμμάτων (ή λέξη) είναι το όνομα του υπολογιστή, που αποτελεί κόμβο του Internet. Επειδή στο Internet είναι η αριθμητική διεύθυνση εκείνη που τελικά χρησιμοποιείται από τις μηχανές (υπολογιστές), υπάρχουν υπηρεσίες του Internet που μεταφράζουν τα ονόματα των περιοχών στις αντίστοιχες αριθμητικές διευθύνσεις με την βοήθεια κάποιου προγράμματος που ονομάζεται “Σύστημα Ονομάτων Περιοχών” (Domain Name System ή DNS).

1.4 Το Μέγεθος του Internet

Αναφορικά με το μέγεθος του Internet, εκτιμάται για τις αρχές του 1997 πως o συνολικός αριθμός μηχανών-υπολογιστών (hosts) που είναι συνδεδεμένες σε αυτό φθάνει τα 13 εκατομμύρια και ο συνολικός αριθμός των περιοχών (domains), στις οποίες ανήκουν τα υπολογιστικά αυτά συστήματα, φθάνει τις 500.000. Εππιπλέον, εκτιμάται ότι την περίοδο αυτή, τέλη Ιανουαρίου 1997, οι χρήστες του Internet ανέρχονται σε περίπου 66.300.000, αριθμός που αντιστοιχεί στο 1,1% του παγκόσμιου πληθυσμού (http://www.anamorph.com/docs/ stats/stats.html). Η προβολή για το 2000 είναι 502 εκατομμύρια χρήστες, δηλαδή, το 8.4% του παγκόσμιου πληθυσμού (http://www.anamorph.com/docs/stats/stats.html). Ειδικότερα, από στατιστικά στοιχεία της θέσης http://www.ripe.net/statistics/ hostcount.html, βέπουμε ότι στα τέλη του 1996 υπήρχαν στην Ευρώπη 152.000 περιοχές (domains) και 3.700.000 υπολογιστικά συστήματα (hosts). Ενδεικτικά αναφέρουμε τα στατιστικά στοιχεία για κάποιες Ευρωπαϊκές χώρες (30 Νοεμβρίου 1996, όπως δίνονται στην θέση http://www.ripe.net/statistics/hostcount.html):

Χώρα

Αριθμός των Domains

Αριθμός των Hosts

Ελλάδα (gr)

783

16738

Γερμανία (de)

26271

691864

Πορτογαλλία (pt)

944

23482

Τουρκία (tr)

1007

17507

Φιλανδία (fi)

3783

314141

 

1.5 Οι Κύριες Εφαρμογές του Internet

Θα ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη περιήγηση του κόσμου του Internet με μια περιγραφή των συγκεκριμένων υπηρεσιών του Internet, δηλαδή, των εφαρμογών που μπορεί να εκτελέσει ένας χρήστης, όταν συνδέεται στο Internet (για περισσότερες πληροφορίες δείτε τα βιβλία των Krol και LaQuey). Μια πρώτη εφαρμογή είναι το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) που επιτρέπει την ανταλλαγή μυνημάτων (και αρχείων) μεταξύ χρηστών που έχουν πρόσβαση στο Internet (οπότε σε κάθε τέτοιο χρήστη αντιστοιχεί μια ηλεκτρονική διεύθυνση). Αλλά όταν οι ανταλλαγές ηλεκτρονικών μηνυμάτων γίνονται αναφορικά με ειδικά θέματα ενδιαφερόντων και μεταξύ μόνο κάποιων ομάδων χρηστών, τότε σχηματίζονται οι ονομαζόμενες λίστες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (mailing lists). Ενας πολύ μεγάλος αριθμός από τέτοιες λίστες περιέχονται στις ομάδες νέων του USENET (USENET news-groups) και μια άλλη εφαρμογή του Internet είναι η πρόσβαση των χρηστών σε ορισμένα συστήματα που κρατούν αυτές τις ομάδες νέων. Για τη διακίνηση αρχείων στο Internet ακολουθείται ένα ειδικό πρωτόκολλο, το πρωτόκολλο μεταφοράς αρχείων FTP (File Transfer Protocol). Υπάρχουν μάλιστα ειδικά συστήματα που επιτρέπουν ελεύθερη πρόσβαση στους χρήστες (anonymous FTP) για να πάρουν (ή να τοποθετήσουν) τα αρχεία της αρεσκείας των. Επίσης, με μια σειρά από άλλες εφαρμογές (όπως Archie, Gopher και WAIS) διευκολύνεται σημαντικά η “πλοήγηση” στον “ωκεανό των πληροφοριών” του κόσμου του Internet.

 

  1. Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΙΣΤΟΣ

2.1 Υπερκείμενο και Υπερμέσα

Mια μεγάλη δραστηριότητα των πληροφοριακών υπηρεσιών που παρέχονται στο Internet αφορά την εφαρμογή του ονομαζόμενου Παγκόσμιου Ιστού (World-Wide Web ή WWW). Στην εφαρμογή αυτή, το πληροφοριακό υλικό είναι δομημένο με τη μορφή των υπερμέσων (hypermedia), περιλαμβάνει, δηλαδή, εκτός από κείμενα (με τη μορφή υπερκειμένου - hypertext), εικόνες, ηχητικά αρχεία, αρχεία κινούμενων εικόνων (video) καθώς και γενικώς οποιοδήποτε είδος πολυμέσων, μαζί με τη δυνατότητα ενεργοποίησης διαφόρων δεσμών (links) που παραπέμπουν σε πληροφοριακό υλικό αυτού του είδους οπουδήποτε κι αν βρίσκεται παγκοσμίως μέσα στο Internet.

Το υπερκείμενο (hypertext) είναι μια μη ακολουθητική μορφή παρουσίασης ενός γραπτού κειμένου. Σε ένα υπερκείμενο, η διαδοχή των τμημάτων του γραπτού δεν υπακούει σε μια σταθερή φυσική σειρά (σαν εκείνη που υπαγορεύεται από την τοποθέτηση των σελίδων ενός εντύπου), αλλά επαφίεται στον χρήστη να ακολουθήσει κάποια σειρά της δικής του επιλογής. Εννοείται πάντως ότι η σειρά αυτή επιλέγεται με στόχο μια πρακτικότερη ανάγνωση του κειμένου και προφανώς θα πρέπει να επιτρέπεται από το συγκεκριμένο πληροφορικό σύστημα του υπερκειμένου (με την έννοια ότι θα έχει γίνει ο κατάλληλος προγραμματισμός).

Σύμφωνα με μια καθιερωμένη πλέον ορολογία των υπερκειμένων, ονομάζονται έγγραφα (documents) οι αυτοτελείς ενότητες του υπερκειμένου που επιδεικνύονται στην οθόνη του υπολογιστή. Σε ένα έγγραφο, κάποια τμήματά του (που μπορεί να είναι από μια λέξη ως και όλο το έγγραφο) ονομάζονται κόμβοι (nodes), όταν χρειάζεται τα τμήματα αυτά να συνδέονται με (ή να αναφέρονται ή να παραπέμπουν σε) άλλα τμήματα του υπερκειμένου (δηλαδή, με άλλους κόμβους ή με άλλα έγγραφα). Και ονομάζονται σύνδεσμοι (links) οι συνδέσεις (ή αναφορές ή παραπομπές) μεταξύ των κόμβων ή εγγράφων του υπερκειμένου.

Συγκρίνοντας το γραπτό κείμενο με το υπερκείμενο, μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι, ενώ ο αναγνώστης ενός γραπτού (στην κυριολεξία) διαβάζει το κείμενο, ο αναγνώστης ενός υπερκειμένου κινείται ή, πιο παραστατικά, πλοηγεί ή περιηγείται, μέσα στο δίκτυο των κόμβων. Παράλληλα, μπορούμε να αναφερόμαστε στα όργανα πλοήγησης- περιήγησης” ή όργανα ανάγνωσης (browsers) για εκείνα τα εργαλεία, με τα οποία διεκπεραιώνεται η ανάγνωσηενός υπερκειμένου. Προφανώς, η ανάγνωση ενός υπερκειμένου, θεωρούμενη σαν πλοήγηση ή περιήγηση, τονίζει την ενεργητική στάση του αναγνώστη να κινηθεί στον χώρο της γραφής δια μέσου των κόμβων με ένα σχετικά ελεύθερο τρόπο (φυσικά, στον βαθμό που ο επιλεγόμενος τρόπος κίνησης υποστηρίζεται από τους υπάρχοντες συνδέσμους).

Πέρα από την παραδοσιακή μορφή του υπερκειμένου, που περιλαμβάνει μόνο (ηλεκτρονικό) κείμενο, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν αναπτυχθεί τα πληροφορικά συστήματα που παρουσιάζουν γραφικά και διάφορες άλλες μορφές μέσων. Πράγματι, (σχεδόν) στο σύνολό τους, τα πληροφορικά μέσα (media), δηλαδή, οι τύποι παρουσίασης των πληροφορικών δεδομένων, μπορούν να είναι: κείμενο, ήχος, εικόνα, γραφικά υπολογιστή, κινούμενα σχέδια ή κινούμενες εικόνες.

Στην περίπτωση τώρα, που σε ένα πληροφορικό σύστημα υπάρχουν δεδομένα στη μορφή δυο ή περισσότερων τύπων μέσων, τότε ονομάζονται πολυμέσα (multimedia) τα συστήματα αυτά. Επιπλέον, ονομάζονται υπερμέσα (hypermedia) τα συστήματα του υπερκειμένου που περιλαμβάνουν δεδομένα σε μορφή πολυμέσων, δηλαδή, δεδομένα δυο ή περισσοτέρων τύπων μέσων. Προφανώς λοιπόν, τα υπερμέσα αποτελούν μια γενίκευση του υπερκειμένου με την ενσωμάτωση στο (υπερ)κείμενο των πολυμέσων.

Η ανάπτυξη της τεχνολογίας των δικτύων δημιούργησε νέες δυνατότητες για την διάθεση των συστημάτων υπερμέσων. Η διανομή των υπερμέσων μέσα από τα δίκτυα οδήγησε σε τροποποιήσεις του σχεδιασμού τους, για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις λειτουργίας από απόσταση, έτσι όπως αυτές καθορίζονται από τα υπάρχοντα τηλεπικοινωνιακά συστήματα, τα λειτουργικά συστήματα υπολογιστών, τα πρωτόκολλα και τις αρχιτεκτονικές των δικτύων υπολογιστών, κλπ. Διαμορφώθηκαν έτσι τα ονομαζόμενα συστήματα κατανεμημένων υπερμέσων (distributed hypermedia), τα συστήματα, δηλαδή, της διανομής των υπερμέσων μέσα στα δίκτυα των υπολογιστών. Λόγω κόστους και χρόνου διανομής, μια τέτοια δικτυακή διανομή σαφώς υπερτερεί έναντι της φυσικής διανομής των υπερμέσων (πχ, σαν CD-ROM). Με άλλα λόγια, στα κατανεμημένα υπερμέσα υλοποιείται η σύγκλιση των επιτευγμάτων πολλών διαφορετικών τεχνολογιών, που αφορούν τα συστήματα πολυμέσων, τα δίκτυα ηλεκτρονικής επικοινωνίας, τα ψηφιακά συστήματα διακίνησης και ανάκτησης πληροφοριών και τις τράπεζες δεδομένων.

2.2 Ο Παγκόσμιος Ιστός: Συστήματα Εξυπηρέτησης

Ο Παγκόσμιος Ιστός (ή, απλώς, Ιστός) αποτελεί τη σημαντικότερη και πλέον διαδεδομένη εφαρμογή συστημάτων κατανεμημένων υπερμέσων στο Internet. Ο Ιστός ξεκίνησε το 1989 στο Ευρωπαϊκό Εργαστήρια Σωματιδιακής Φυσικής CERN της Γενεύης στην Ελβετία από την πρωτοβουλία του Tim Bernes-Lee να κατασκευάσει ένα σύστημα υπερκειμένου, που είχε στόχο την εύκολη διανομή της πληροφορίας μεταξύ ομάδων ερευνητών Φυσικής Υψηλής Ενέργειας, που βρίσκονταν σε απομακρυσμένες μεταξύ τους γεωγραφικές θέσεις σε διάφορες χώρες του κόσμου.

Έτσι, αναπτύχθηκε το πρωτόκολλο μεταφοράς υπερκειμένου (HTTP, HypertextText Transfer Protocol) στο Internet, το οποίο βασίσθηκε στο μοντέλο επικοινωνίας εξυπηρετητή-εξυπηρετούμενου (server-client). Μεταξύ των ιστο-εξυπηρετητών (web servers), που συχνά συναντούνται είναι εκείνοι του NCSA, του CERN, της ομάδας Apache, των εταιρειών Netscape και Microsoft και αντιστοιχούν στο σύνολο των πλατφόρμων και των λειτουργικών συστημάτων των υπολογιστών. Παρόμοια και τα εξυπηρετούμενα συστήματα του ιστού (web clients) έχουν αναπτυχθεί για όλες σχεδόν τις πλατφόρμες και τα λειτουργικά συστήματα των υπολογιστών μέσω κάποιων προγραμμάτων πλοήγησης-ανάγνωσης (browsers). Από τους πλέον δημοφιλείς ιστο-αναγνώστες (web browsers) είναι τα εξής προγράμματα: Netscape Navigator (και πρόσφατα, Netscape Communicator), Microsoft Internet Explorer και NCSA Mosaic.

2.3 Οι Διευθύνσεις (URLs) του Παγκόσμιου Ιστού

Από την κατασκευή του ο Ιστός δίνει την δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφοριακό υλικό που είναι κατανεμημένο στο Internet μέσω μιας σειράς από διαφορετικά πρωτόκολλα επικοινωνίας. Τα συγκεκριμένα αντικείμενα του κατανεμημένου πληροφοριακού υλικού αναγνωρίζονται μέσα σε ένα σχήμα χρησημοποιούμενων προτύπων, που ονομάζονται “ομοιόμορφες ταυτότητες πόρων” (Uniform Resource Identifiers ή URIs). Το κάθε ένα από αυτά εντοπίζεται στο Internet με μια διεύθυνση της θέσης που βρίσκεται, η οποία ονομάζεται “ομοιόμορφος εντοπιστής πόρων” (Uniform Resource Locator ή URL). Έτσι, ένα συγκεκριμένο αντικείμενο του ιστού (που μπορεί να είναι ένα έγγραφο, μια εικόνα ή κάποια άλλη μορφή πολυμέσων ή και ένας κατάλογος εγγράφων, εικόνων ή πολυμέσων) αντιστοιχεί σε μια διεύθυνση URL, στην οποία είναι κωδικοποιημένες οι εξής κατηγορίες στοιχείων: εφαρμογή (ή πόρος) του Internet, διεύθυνση του Internet, αριθμός θύρας (που μπορεί και να παραλείπεται), θέση και όνομα του αντικειμένου. Η τυπική σύνταξη μιας διεύθυνσης URL για κάποιο αντικείμενο είναι:

πόρος://διεύθυνση.κόμβου[:θύρα]/θέση/όνομα

όπου:

  • Η διεύθυνση του κόμβου είναι η διεύθυνση στο Internet του ιστο- εξυπηρετητή που “σερβίρει” το συγκεκριμένο αντικείμενο.
  • Η θύρα αντιστοιχεί σε κάποιο αριθμό, που όταν παραλείπεται υποτίθεται ότι είναι ο αριθμός θύρας 80.
  • Η θέση του αντικειμένου περιγράφεται από την διαδρομή (path) των καταλόγων (directories) στους οποίους περιέχεται το αντικείμενο αυτό.
  • 2.5 Η Γλώσσα HTML

    Τα ηλεκτρονικά έγγραφα που βρίσκονται στον Παγόσμιο Ιστό είναι γραμμένα (συντεταγμένα) με μια ειδική γλώσσα, που λέγεται Γλώσσα Καταγραφής ΥπερΚειμένου (Hyper Text Markup Language), η οποία συνήθως είναι γνωστή με τα αρχικά στα αγγλικά HΤML. Η γλώσσα αυτή χρησιμοποιείται για τη συγγραφή εγγράφων υπερκειμένου, ανεξάρτητα από την πλατφόρμα του υπολογιστικού συστήματος, έτσι ώστε τα έγγραφα αυτά να μπορούν να διαβασθούν μέσω των προγραμμάτων πλοήγησης- ανάγνωσης (web browsers) στον Ιστό. Η γλώσσα HTML ανήκει σε μια γενικότερη κατηγορία, που ονομάζεται SGML ή Πρότυπη Γενικευμένη Γλώσσα Καταγραφής (Standard Generalized Markup Language). Στην HTML ο τρόπος παρουσίασης και διαμόρφωσης του εγγράφου (κειμένου, εικόνων, πολυμέσων κλπ.) γίνεται με την εισαγωγή καταλλήλων ετικεττών (tags). Κάθε έγγραφο της HTML αποτελείται από δεδομένα (το πραγματικό περιεχόμενο του εγγράφου), έχει δομή (επικεφαλίδες, παράγραφοι κλπ.) και διαμόρφωση (η τελική εμφάνιση του εγγράφου).

    Η τυποποιήση της HTML αρχικά έγινε από την ονομαζόμενη Κοινοπραξία του Παγκόσμιου Ιστού (WWW Consortium) στο άρθρο 1866 της Αίτησης για Σχόλια (Request for Comments - RFC) της ομάδας εργασίας IETF (Internet Engineering Task Force). Η τυποποίηση αυτή, που ονομάσθηκε πρώτα “Έκδοση 2 της HTML,” τελευταία έχει τροποποιηθεί με την εισαγωγή κι άλλων προδιαγραφών και είναι τώρα γνωστή σαν “Έκδοση 3.2 της HTML.” Πάντως όλα τα προγράμματα πλοήγησης (browsers) δεν μπορούν να καταλάβουν το σύνολο των τρόπων παρουσίασης της αυτής. Επιπλέον, υπάρχουν χαρακτηριστικά της HTML που είναι ειδικά για το πρόγραμμα πλοήγησης, όπως οι ονομαζόμενες “επεκτάσεις” της HTML του Netscape και του Internet Explorer της Microsoft.

    2.6 Οι Μηχανές Αναζήτησης στον Παγκόσμιο Ιστό

    Καθώς αυξάνει η ποσότητα των πληροφοριών που συσσωρεύονται στο Internet, η ανάγκη χρησημοποίησης διαφόρων εργαλείων αναζήτησης γίνεται επιτακτική. Ειδικότερα, για την αναζήτηση πληροφοριών στον Παγκόσμιο Ιστό, έχουν αναπτυχθεί διάφορες μηχανές αναζήτησης, η κάθε μια από τις οποίες χρησιμοποιεί διαφορετική μέθοδο για να σχηματίσει την δική της βάση δεδομένων. Στην μια άκρη του φάσματος, υπάρχουν μηχανές αναζήτησης που βασίζονται πλήρως σε συγκεκριμένους εξυπηρετητές (servers), στους οποίους έχουν αποθηκευθεί αρχεία ευρετηρίων (index files) για πληροφορίες στον ιστό. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν μηχανές αναζήτησης που χρησιμοποιούν κάποιους αυτόνομους ευφυείς δράστες στον ιστό (όπως ρομπότ, “αράχνες,” “περιδιαβάτες” κλπ.), οι οποίοι συνεχώς διατρέχουν τις λεωφόρους του Παγκοσμίου Ιστού. Τα προγράμματα αυτά δεν απαιτούν καμία κεντρική καθοδήγηση ή οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη συμμετοχή, πέρα από τον αρχικό προγραμματισμό τους ώστε να ακολουθούν τα πρωτόκολλα επικοινωνίας του ιστού.

    Μια χαρακτηριστική μηχανή αναζήτησης της πρώτης κατηγορίας είναι το Aliweb (Archie-like indexing for the web). Οι σημαντικότερες μηχανές αναζήτησης είναι της δεύτερης κατηγορίας, όπως για παράδειγμα οι εξής: Alta Vista, Lycos, Excite, Infoseek, WebCrawler, WWWW.

    2.7 Ο Τοπικός Ιστός των Intranet

    Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει η ανάπτυξη τοπικών δικτύων που χρησιμοποιούν την τεχνολογία του Internet (ως προς τα πρωτόκολλα επικοινωνίας) και του Παγκόσμιου Ιστού (ως προς την δόμηση των εγγράφων με την HTML). Τέτοια τοπικά δίκτυα ονομάζονται Intranet(s). Συνήθως όταν ένας οργανισμός ή μια επιχείρηση ή μια άλλη μονάδα εργασίας επιθυμεί να έχουν πρόσβαση στο δίκτυό του μόνο τα μέλη του προσωπικού του, καταφεύγει στην δημιουργία ενός Intranet. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ένα Intranet είναι ένα τοπικό δίκτυο που περιορίζεται γεωγραφικά σε μια συγκεκριμένη περιοχή, αλλά μπορεί να επεκτείνεται σε διάφορα μέρη, επιτρέποντας την πρόσβαση μόνο σε συγκεκριμένους χρήστες. Τα πλεονεκτήματα των εφαρμογών του Intranet συμπεριλαμβάνουν την δυνατότητα μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας, αξιοπιστίας και ακρίβειας στις επικοινωνίες και στην διάδοση των πληροφοριών μεταξύ των μελών της μονάδας.

    
    
    
    Πίσω στη Προσωπική Σελίδα του Μ.Α. Μπουντουρίδη