Ιστορικές πληροφορίες

 

Η Αβδέλλα έχει να επιδείξει μια λαμπρή ιστορία και αγώνες στους κόλπους του Ελληνισμού απ' τον καιρό της εμφάνισής της στα χρόνια της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της αυτοαποκαλούμενης Ρωμανίας. Από τα χρόνια εκείνα που «η χώρα της Θεσσαλίας, της τότε Μεγάλης Βλαχίας καλουμένης» (περί το 1200 μ.Χ.), αλλά και ακόμη ενωρίτερα, όταν «εσκλαβώσασι ούλη την Ελλάδα, που την ελέγασι Ρουμανία»6 (1059 μ.Χ.), η Αβδέλλα έδινε το δικό της παρών , στους αγώνες του Ελληνισμού.

      Αβδελλιώτης ήταν «ο Βλάχος (Μπογκόης» (=Μπαγκούας σήμερα), που συμμετέχει στα 1402 μαζί με άλλους ομοφύλους του Αρβανιτοβλάχους στη γνωστή κάθοδό τους από Ηπειρο και Μαλακάσι προς Αττικοβιοιωτία και Πελοπόννησο, με τους Μαλακάσιους, Μπούιους και Μεσσαρίτες Βλάχους.

      Αβδελλιώτες μαζί με άλλους Βλάχους λαμβάνουν μέρος στην υπεράσπιση της Θεσσαλονίκης, όταν την πολιορκεί στα 1420 ο Μουράτ Β'.

      Αβδελλιώτες συμμετέχουν στο εκ 2.000 ιππέων σώμα Βλάχων πολεμιστών , με αρχηγό τους τον Ιουστινιάνη, στην υπεράσπιση της Κωνσταντινουπόλεως στο διάστημα της πολιορκίας της στα 1453.

      Στα 1480 υποτάσσονται στους Οθωμανούς, εξασφαλίζοντας όμως όπως και τα άλλα Βλαχοχώρια, αυτονομία και προστασία της Βαλιδέ Σουλτάν (Μητέρας του Σουλτάνου), καθώς και άλλα προνόμια.

      Από τα 1480 έως τα 1611, η Αβδέλλα μεταμορφώθηκε σε οικισμό πλήρους άνθησης της κτηνοτροφίας και των άμεσα συνδεομένων με αυτή δραστηριοτήτων. Στα 1611 γίνεται η γνωστή εξέγερση του επισκόπου Τρίκκης (Τρικάλων) Διονυσίου του Σκυλοσόφου, γόνου της Αβδέλλας, το γένος Οικονομίκου, του οποίου απόγονοι σώζονται στην Κατερίνη Πιερίας.

      Στα χρόνια του Αλή Πασά των Iωαννίνων καταλύεται το προνομιακό καθεστώς που της είχε παραχωρήσει η Υψηλή Πύλη και οι τουρκαλβανικές συμμορίες λεηλατούν την κωμόπολη, αναγκάζοντας πολλούς τσελιγκάδες να μεταναστεύσουν σε άλλες περιοχές, ιδρύοντας ταυτοχρόνως παροικίες Αβδελλιωτών

      Ο Γάλλος περιηγητής Φρ. Πουκεβίλ υπολογίζει στα 1806 ότι υπήρχαν περί τα 300 σπίτια στην Αβδέλλα: « ... επεσήμανα μια λεύγα προς τα Β.Δ. πάνω στα όρη του Αλιάκμονα, τη Σμίξη, ένα βλάχικο κεφαλοχώρι με τριακόσιες εστίες, και κοιτάζοντας Δ. την Αβδέλλα με ισάριθμο πληθυσμό»7. Το γεγονός μάλιστα ότι κατά την επίσκεψή του μετέβαιναν με το ίδιο καραβάνι από τα Γρεβενά «και πολλοί έμποροι, που πήγαιναν για τις δουλειές τους στο Περιβόλι και την Αβδέλλα», σημαίνει πως υπήρχε την περίοδο εκείνη μεγάλη οικονομική και εμπορική άνθηση στην Αβδέλλα.

      Στους ένδοξουc κλεφταρματολούς της Αβδέλλας ανήκουν ο Νικόλας Τζιουβάρας, ο Αλέξης Τραγουδάρας, ο Παναγιώτης Μπενάκης, ο σταυραδελφός του Κατσιαντώνη καπετάν Δίπλας ο Νικοτσάρας κ. ά.

      Ο Νικοτσάρας μάλιστα με 600 βλάχους Αβδελλιώτες, Φουρκιώτες και Αρβανιτοβλάχους ξεσήκωσε τον πληθυσμό της Ζίχνης Σερρών στα 1818 και στη συνέχεια προσέτρεξε να βοηθήσει τον Καραγιώργη Σερβίας (γόνος κι αυτός του βλάχικου χωριού Φούρκα της Ηπείρου).

 

Συμμετοχή στους αγώνες του Ελληνισμού

Βαλκανικοί και Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

 

Βιβλιογραφία - Παραπομπές

1. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη,τ 1, σ. 23.

2. Βλ. Tache Papahagi, Dictionarul Dialectului Aroman (Το Λεξικό της Αρμάνικης Διαλέκτου), Βουκουρέστι 1974, σ.

100.

3.A.J.B. Wace-M.S. Τhοmpson,Οι Νομάδες των Βαλκανίων, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 177.

4. Β. Γιώργης ΄Εξαρχος, Αδελφοί Μανάκια. Πρωτοπόροι τoυ Κινηματογράφου στα Βαλκάνια. Και το «βλαχικόν ζήτημα», Εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 1991, σ. 82 – 122 και 203 – 346.

5. Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία τις Ηπείρoυ, τ. Α, σ. 58.

6. Κ. Ν. Σάθας, Το εν Ζακύνθω Αρχovτολόγιov και οι Ποπολάροι. Χρovικόν Ανέκδοτov Γαλαξειδίου, σ. 195-196.

.7. Φρ. Πουκεβίλ, Ταξίδι στην Ελλάδα. Μακεδovία -Θεσσαλία, Εκδ. Αφοι Τολίδη, Αθήνα 1995,σ.144 και141.

8. Αλέκου Παπαβασιλείου (εθνοσυμβούλου της ΠΕΕΑ στα χρόνια της κατοχής), Ιστορικά δημοσιεύματα για τoυς Βλάχους, Βέροια 1974 (στο: Κώστας Μπίρκας, Αβδέλλα. Η αλπική κωμόπολη. Αετοφωλιά της ένδοξης Πίνδου, Εκδ. Ιωλκός, Αθήνα 1978, σ. 37-38).

9. Κώστας Μπίρκας,ό.π. σ. 47-48.

10. Ο.π. σ. 50.

11. Ο.π., τ.Β΄, σ. 343.

12. Νικόλαος Θ. Σχινάς, Οδοιπορικαί Σημειώσεις Μακεδοvίας, Ηπείρoυ, Εν Αθήναις 1886, σ. 6.

13. Α. J. Β. Wace -Μ. S. Thompson, ό.π. σ.174.